Η Σλαβο-ελληνο-λατινική Ακαδημία
Μετά την Εποχή των Αναστατώσεων στη Ρωσία, την εξουσία ανέλαβε το 1613 ο Μιχαήλ Ρομανόφ, ο πρώτος της δυναστείας Ρομανόφ, η οποία κυβέρνησε τη χώρα για τρεις αιώνες. Οι Ρομανόφ είχαν την ευκαιρία να αναλάβουν και να κρατηθούν στην εξουσία και έγιναν σύμβολο επιστροφής στη σταθερότητα και στις προηγούμενες πατροπαράδοτες αξίες.
Το 1685 ο Πατριάρχης Μόσχας Ιωακείμ (1675–1690) χρηματοδότησε την ίδρυση της Σλαβο-ελληνο-λατινικής Ακαδημίας, του πρώτου χρονολογικά ανώτατου δημόσιου εκπαιδευτικού ιδρύματος της Ρωσίας, το οποίο εθεωρείτο ένα από τα βασικά κέντρα ανάπτυξης της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης και της θεολογικής επιστήμης.
O Πατριάρχης Μόσχας Ιωακείμ
Η πρωτοβουλία για την ίδρυση της Ακαδημίας ανήκε στον Συμεών Πολότσκι (διδάσκαλος των παιδιών του τσάρου) και στον ακόλουθό του, τον Σιλβέστρ Μεντβέντεφ. Η ιδέα για τη δημιουργία της Ακαδημίας διαμορφώθηκε μεν από τον Συμεών Πολότσκι, αλλά ο θάνατός του το 1680 δεν του επέτρεψε να υλοποιήσει τα σχέδια του.
Σύμφωνα με αναφορές, το 1682 ο Σιλβέστρ Μεντβέντεφ, ο οποίος είχε κληρονομήσει όλα τα έγγραφα του δασκάλου του, παρουσίασε στον τσάρο Φιόντορ Γ΄ το σχέδιο για τη δημιουργία της Σλαβο-ελληνο-λατινικής Ακαδημίας. Απώτερος σκοπός της ίδρυσης της Ακαδημίας ήταν η καταπολέμηση των αιρετικών τάσεων που γνώριζαν έξαρση εκείνη την εποχή στη Ρωσία. Ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισής τους δεν ήταν η άμεση καταστολή των αιρετικών κινημάτων αλλά η εκ νέου και η εκ θεμελίων αναμόρφωση της Ρωσίας με σκοπό την παγίωση της Ορθοδοξίας.
Συμεών Πολότσκι
Η Σλαβο-ελληνο-λατινική Ακαδημία ιδρύθηκε λοιπόν το 1687, και όχι μόνο άρχισε να επιτελεί το έργο που της είχε ανατεθεί, αλλά σύντομα έγινε πόλος έλξης του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος για το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα αλλά και για τον πλούτο του αρχειακού της υλικού. Προετοίμαζε μορφωμένους ανθρώπους με επαρκείς γνώσεις και την απαραίτητη πιστοποίηση για να αναλάβουν θέσεις σε κρατικούς φορείς ή στο χώρο της εκκλησίας.
Η βιβλιοθήκη της, εκείνη την εποχή, θεωρούνταν η πιο πλούσια στη Ρωσία τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα. Στις αρχές του 18ου αιώνα άρχισε να γίνεται γνωστή και σε ολόκληρη την Ευρώπη με αποτέλεσμα να προσελκύει και μαθητές από άλλες χώρες.
Σημαντική και καθοριστική συμβολή στην επιτυχία της σχολής είχαν δύο Έλληνες, τα αδέλφια Λειχούδη, ο Σωφρόνιος και ο Ιωαννίκιος οι οποίοι ανέλαβαν τόσο τη διεύθυνση της Ακαδημίας όσο και τη διδασκαλία. Οι δύο τους μεταλαμπάδευσαν ό,τι είχαν μάθει στην Ιταλία και στα ελληνικά σχολεία της οθωμανικής επικράτειας — δηλαδή το ευρωπαϊκό πρόγραμμα σπουδών των ιησουιτών που είχε θεμελιωθεί πάνω στη φιλολογία και την ερμηνεία του Αριστοτέλη. Δίδαξαν αρχαία ελληνικά, ελληνική ποιητική, επιστολογραφία, Λογική κατά τον Αριστοτέλη κ.ά.
Τα αδέλφια Λειχούδη γεννήθηκαν στην περιοχή του Ληξουρίου της Κεφαλληνίας. Αφού έγιναν Ιερομόναχοι, μετέβησαν στη Βενετία και τη Πάδοβα όπου εκεί σπούδασαν στο περίφημο «Κοττουνιανό Φροντιστήριο». Επέστρεψαν μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα στην Ελλάδα και ξεκίνησαν τη διδασκαλία. Το 1683 ταξίδεψαν στην Κωνσταντινούπολη, από όπου, ύστερα από μερικούς μήνες, έπειτα από σύσταση των τεσσάρων Πρεσβυγενών Πατριαρχών, ξεκίνησαν το ταξίδι τους για τη Μόσχα, με σκοπό να ιδρύσουν εκεί ένα «ελληνικό» πανεπιστήμιο.
Τα αδέλφια Λειχούδη
Το επίπονο ταξίδι τους ξεκίνησε. Πέρασαν πολλές περιπέτειες και συνελήφθηκαν από Πολωνούς Ιησουίτες, που τους κράτησαν αιχμάλωτους για μεγάλο χρονικό διάστημα. Εν τέλει επείσθησαν να τους ελευθερώσουν μόνο όταν ο θείος των αδελφών Λειχούδη, ο γιατρός Πυλαρίνος, θεράπευσε τον ετοιμοθάνατο βασιλιά, Ιωάννη Σοπιέσκι. Ελεύθεροι πλέον και χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα της εποχής, όπως άμαξες, έλκηθρα, βάρκες, κατάφεραν ύστερα από μεγάλη ταλαιπωρία, την 6η Μαρτίου του 1685, να πατήσουν το πόδι τους στη Μόσχα.
Πριν ξεκινήσουν το παιδαγωγικό τους έργο στην Σλαβο-ελληνο-λατινική Ακαδημία, οι Ρώσοι, θέλοντας να δοκιμάσουν την πίστη και τις γνώσεις τους, τους υποχρέωσαν να συμμετέχουν σε θεολογικές έριδες με βετεράνους Πολωνούς Ιησουίτες, τους οποίους οι Λειχούδηδες μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφεραν να εξοντώσουν πνευματικά.
Η σελίδα τίτλου του εγχειριδίου των αδελφών Λειχούδη «…Περί της γραμματικής τέχνης» (Μουσείο Ιστορίας του Κρατικού Πανεπιστημίου του Νόβγκοροντ)
Ύστερα ξεκίνησε η περίφημη περίοδος της διδασκαλίας τους στην Ακαδημία η οποία όμως δεν είχε αίσιο τέλος. Κάτω από τις συνεχείς διώξεις των Ιησουιτών και των Ρώσων υποστηρικτών τους, εξεδιώχθησαν από την Ακαδημία και με εντολή του Μεγάλου Πέτρου άρχισαν να διδάσκουν Ιταλικά σε Βογιάρους.
Όμως, η τραγική τους μοίρα δεν τελείωσε εκεί. Κατέληξαν να πέσουν θύματα συνωμοσίας και εξορίσθησαν στη πόλη Κοστρόμα στο Βόλγα και από εκεί στο Μεγάλο Νόβγκοροντ, όπου, σύμφωνα με την παράδοση, ίδρυσαν τριάντα ελληνικά σχολεία.
Όλα τους τα έργα τα υπέγραφαν ως «Αυτάδελφοι Ιωαννίκος και Σωφρόνιος Λειχούδης εκ της περίφημου Νήσου της Κεφαλληνίας». Σε μεγάλη ηλικία επέστρεψαν στη Μόσχα όπου ο υπέργηρος για εκείνη την εποχή Ιωαννίκος πέθανε το 1717 σε ηλικία 84 ετών.
Μόνος πλέον ο Σωφρόνιος αφιερώθηκε στο μεταφραστικό έργο με αποκορύφωμα τη διόρθωση της Σλαβικής Μετάφρασης της Βίβλου. Άξια λόγου αποτελεί και η μετάφραση της Γενικής Γεωγραφίας του Μπερνάντους Βαρένιους. Το έργο αυτό που μεταφράστηκε από τα Λατινικά, υπήρξε το πρώτο δείγμα ρωσικής γλώσσας, όπως αυτή γράφεται και μιλιέται σήμερα και όχι στα αρχαιότερα εκκλησιαστικά Σλαβικά. Έφτιαξε, δηλαδή, τη γλώσσα την οποία μετέπειτα χρησιμοποίησαν ο Ντοστογιέφσκι, ο Τσέχοφ και άλλοι μεγάλοι Ρώσοι συγγραφείς.
Για τη σύνταξη του κειμένου χρησιμοποιήθηκαν οι πηγές: Αντρέεφ, Ί., Λεσένκο, Λ. (2015). «Δοκίμια ρωσικής ιστορίας», Αθήνα // Bushkovitch, P., (2016). «Ιστορία της Ρωσίας», Αθήνα. // www.kathimerini.gr/216226/article/epikairothta/kosmos/adelfoi-leixoydh-apo-thn-kefalonia-
Πηγές φωτογραφικού υλικού: www.mmedia.nsu.ru // www.liveinternet.ru // www.stsl.ru // www. indicator.ru